Saturday, July 07, 2007

οριζόντια αθήνα_κατακόρυφη αττική

Στον εν γένει ομοιογενή αστικό ιστό της Αθήνας, εντοπίζουμε ισχυρά δυναμικά σημεία με διαφορετικές πυκνότητες. Τα σημεία εντάσσονται στο συνολικό πλέγμα μονάδας 1x1km. Επεμβαίνουμε σε τρία σημεία στα οποία δοκιμάζονται στρατηγικές πύκνωσης, αραίωσης και μετάλλαξης του αστικού τοπίου.


Κάθε σημείο «υιοθετεί» μια στρατηγική και ο τρόπος αντιμετώπισής τους διαμορφώνεται ως εξής:

01_οδός τερτίπη, πατήσια_αφαίρεση

Στο οικόπεδο των Πατησίων οι λέξεις και οι έννοιες που θέτουν τα προβλήματα και μετέπειτα θα ορίσουν την τελική πρόταση είναι: η αφαίρεση, η επιβολή, ο πύργος, η κατοικία, η δόμηση, η πυκνότητα, η πόλη, η εθνική οδός, η αντίθεση και η επανάληψη.

02_ακτή ποσειδώνος, πειραιάς_σκιαγράφηση

Το λιμάνι του Πειραιά αποτελεί την θαλάσσια είσοδο της πρωτεύουσα δημιουργώντας όριο μεταξύ πόλης - θάλασσας. Γνωστό τοπόσημο αποτελεί ο πύργος, τοποθετημένος σε πολύ ευδιάκριτο σημείο του θαλάσσιου μετώπου χωρίς όμως να εμπεριέχει κάποια χρηστική λειτουργία, από την αρχή της κατασκευής του. Με λέξη «κλειδί» την σκιαγράφηση θα γίνει πειραματισμός σε σχέση με τις έννοιες: υδάτινο όριο, κλίμακα, κορυφογραμμή και αστικό μέτωπο προς τη θάλασσα.

03_κόμβος κηφισίας, αττικής οδού_υπέρθεση

Η δημιουργία της Αττικής οδού έθεσε νέο όριο στην πόλη της Αθήνας και δημιούργησε νέες συνθήκες δόμησης – εξέλιξης της περιοχής. Δυναμικά σημεία θεωρούμε τον κόμβο Κηφισίας και τον πύργο του ΟΤΕ. Η αυξημένη κινητικότητα , οι διαφορετικές χρήσεις , οι μεγάλης κλίμακας υποδομές προσδίδουν μητροπολιτικό ύφος. Με εργαλεία την εντατικοποίηση και τον
πολλαπλασιασμό δύο ήδη υπαρχόντων πολύ-προγραμματικών κτιρίων, ως modulo, θα δημιουργηθούν σεναριακές προτάσεις για το πώς η αρχιτεκτονική καθ' ύψος μπορεί να ενταχθεί στον ιστό της πόλης.


1 comment:

Anonymous said...

Πολύ ενδιαφέρουσα η επι-σήμανση των τριών σημείων τα οποία, ιδίως το πρώτο και το τρίτο, είδαν μια δυναμική αστικών ζυμώσεων για κάποια μακρά χρονικά διαστήματα, πλην όμως ασύντακτες, πράγμα που συνέτεινε στο μετέωρο θα μπορούσαμε να πούμε τελικό αποτέλεσμα.

Όσον αφορά το στρογγυλό κόμβο της Κηφισίας εντύπωση προκαλεί όχι η πύκνωση αλλά η ανισότροπη αραίωση των χρήσεων, όπου παρατηρείται η μεν ύπαρξη ενός κυκλικού πολυ-κόμβου κατά τα πρότυπα πολλών Ευρωπαϊκών πόλεων (όπως πχ. η Πλατεία Ομονοίας πριν το 1990, το Παρίσι -Αψίδα του Θριάμβου-, ή ακόμα και το Rond-point de La Defense πριν μεταλλαχθεί στο γνωστό συγκρότημα ουρανοξυστών, και αλλού), και μάλιστα με σιδηροδρομικό σταθμό, αλλά παρόλα αυτά, σε βάθος κάποιων τετραγώνων από τον κόμβο οι κτιριακές πυκνώσεις δεν ανταποκρίνονται στην καθαυτή ύπαρξη του κόμβου ο οποίος παρουσιάζεται σαν μη-τόπος όσον αφορά την συμβολική αστική του λειτουργία. Είναι παράδοξο ότι πέραν του πύργου του ΟΤΕ κανένα άλλο κτίσμα στην περιφέρεια του κόμβου δεν υπερβαίνει τους τρεις υπέργειους ορόφους, ενώ σε άλλα κομβικά σημεία υπάρχει συσσώρευση κτιριακών όγκων για να βρίσκονται πιο κοντά στο σημείο διασύνδεσης τους με το υπόλοιπο αστικό δίκτυο υποδομών.

Η περίπτωση της οδού Τερτίπη περιέχει το στοιχείο του αστικού μαρασμού που ακολούθησε μια άτυχη επιλογή τεχνητής αστικής ανάπλασης μέσω μιας βίαιης προσθετικής πύκνωσης με τις ευλογίες των νόμων (και των παραθύρων τους) επί δικτατορίας. Οι δίδυμοι πύργοι της περιοχής αποτελούν μνημείο εκκωφαντικής έλλειψης χωροταξικής αντίληψης εφόσον παρά την ασχήμια τους ακόμα και το εμβληματικό ύψος τους το οποίο θα αποτελούσε κάποιο όχημα προβολής τους, αν είχαν κτιστεί πάνω σε ένα οδικό άξονα, πχ έστω επί της Εθνικής οδού, στην κυριολεξία εξαφανίζονται μέσα στην αχανή αστική θάλασσα της χαμηλής δόμησης, χωρίς να είναι διακριτοί από πουθενά εκτός από ταράτσες ή από την κορυφή των φυσικών τοποσήμων της πόλης (Ακρόπολη, Λυκαβηττός)

Η περίπτωση του Πειραιά από την άλλη, καταδεικνύει τη θεσμική αδυναμία του κράτους να αποβάλλει ή να διορθώσει ολισθήματα του παρελθόντος. Το ψηλό κτίριο παρέμεινε επί μακρόν –αδικαιολόγητα- σαν ένας λευκός ελέφας στο πλέον κομβικό σημείο του λιμανιού με αποτέλεσμα στο τέλος να καταστεί και αυτό ένας μη-τόπος εφόσον προφανώς κάποια στιγμή οι ίδιοι οι κάτοικοι έπαψαν να ασχολούνται μαζί του, προφανώς θεωρώντας τον σαν ένα υπερβατικό αναπόφευκτο κακό, κάτι που λόγω και τάξης μεγέθους, τους υπερέβαινε. Ίσως γι' αυτό το λόγο, ελάχιστοι ασχολήθηκαν με το συγκεκριμένο κτίσμα ενώ αντίθετα, για τη διάσωση ή της κατεδάφιση μικροτέρων παρατηρήθηκαν πάμπολλες δράσεις πολιτών σε διάφορα σημεία και της Αθήνας αλλά και άλλων Ελληνικών πόλεων.

Και τα τρία αυτά σημεία καταδεικνύουν μια φοβία σχετικά με την αντίληψη των μεγάλων κλιμάκων και την σχέση τους με την μετα-αγροτική κοινωνία που τα δημιούργησε. Σαν κάτι να έμεινε μετέωρο στην κίνηση της πόλης, μια ασύνδετη παύση σε μια ούτως ή άλλως στρεβλή εξελικτική πορεία, άλλοτε βεβιασμένη, άλλοτε επιβεβλημένη.