Οι πρόσφατες πυρκαγιές που κατέστρεψαν το μεγαλύτερο μέρος της καρδιάς της πελοπονήσου αφήνουν ερωτήματα για το αν τελικά μπορεί να συνυπάρξει το αστικό με το φυσικό περιβάλλον. Η ανάπτυξη του τεχνολογικού πολιτισμού, η εξάπλωση της δόμησης και τα τεχνητά οικοσυστήματα, αντικατροπτίζουν την ανάγκη του ανθρώπου για να ελέγξει το φυσικό τοπίο ώστε να μπορέσει να επιβιώσει και να κατοικήσει. Θα μπορούσε να υπάρξει ένας αστικός ιστός ο οποίος θα εξελίσσετε μαζί με τις απρόβλεπτες και αναπάντεχες αλλαγές του φυσικού κόσμου? Θα μπορούσε αυτό να λειτουργήσει?
Εν όψει της ενοποίησης κάποιων χώρων πρασίνου στο κέντρο της Αθήνας, συναντά κανείς οικοδομικά τετράγωνα- blocks ως εμπόδια σε αυτήν την εξάπλωση του πράσινου. Το πράσινο πρέπει να «περάσει» διαμέσων τους και προς τους αντικριστούς πόλους πρασίνου σχεδόν μετωπικά, χωρίς πολλές παρακάμψεις.
Κάτι τέτοιο φαντάζει ανέφικτο, καθότι η επέμβαση σε χώρους ιδιωτών, η απότοκη κοσμική συνάθροιση, η προσθήκη νέων λειτουργιών και γενικά η έκθεση των περιοχών προς νέες αναζητήσεις, άγνωστες μέχρι τώρα, θα μπορούσε να δημιουργήσει σύγχυση. Κάτι τέτοιο όμως δεν πρέπει να μας φοβίζει, αντιθέτως αποτελεί πρόκληση και η αγαθότητα των επιχειρημάτων μας επιτάσσουν να το επιδιώξουμε με τον πιο δυνατό τρόπο, χωρίς βέβαια να αποστρεφόμαστε στις συνθήκες εκείνες που καθιστούν την επέμβαση πρασίνου στα κτίσματα δύσκολη υπόθεση.
Πρωτίστως επιλέγηκαν τέσσερις πόλοι πρασίνου στο κέντρο της πόλης -όπως έχουμε αναρτήσει παλαιότερα- και στη συνέχεια οι συνδέσεις αυτών σε ειδικά σημεία. Σκοπός είναι να παρουσιαστούν οι προτεινόμενες λύσεις για αυτά τα σημεία επέμβασης και να δοθεί η βασική ιδέα από οικοδομικής και αρχιτεκτονικής πλευράς. Είναι πολύ σημαντικό να παρουσιαστεί ο απλός τρόπος υλοποίησης αλλά και να αποδοθεί η εικόνα μιας πιο σύνθετης –ίσως- ατμόσφαιρας που γοητεύει καθοριστικά. Πώς μπορεί να γίνει το απλό τελικά, εργαλείο ενός ολόκληρου μηχανισμού που εισβάλλει επιτακτικά στο αστικό τοπίο και κατά συνέπεια αρχίζει να έχει έναν ζωτικό χαρακτήρα, εντυπωσιακά ελισσόμενο. Ας απαριθμήσουμε όμως αυτά τα σημεία δράσης…
Ένωση του Πάρκου των Ιλισίων με το Εθνικό Πάρκο εντός και πέριξ των οικοδομικών τετραγώνων με ένα θεματικό πάρκο.
Η ιδέα προέκυψε στην προσπάθεια του να φανταστούμε τον αστό να έχει ένα συνεχή περίπατο και μεγάλης διάρκειας στο κέντρο της πόλης, ενώ συγχρόνως δέχεται τις απολαύσεις ενός μητροπολιτικού πάρκου και των δραστηριοτήτων που θα έπρεπε να του προσφέρονται μέσα σε αυτό.
Το Πρώτο Πάτημα:
Η πορεία θα μπορούσε να ξεκινάει από το μετρό στην στάση του Συντάγματος όπου πολύ εύκολα μεταβαίνει κανείς στον εθνικό κήπο και ξεκινάει ένα οδοιπορικό σε απόλυτη επαφή με την φύση, βιώνοντας τον μύθο του πρασίνου στο «υπέρ-μέτρο». Η φύση εκεί επιτείνει το συναίσθημα της εξερεύνησης και αν και περιφραγμένη στα πλαίσια του οργανωμένου, καταφέρνει να είναι άγρια, ατίθαση και δικαίως προκλητική προς αναζήτηση εμπειριών στα ενχώριά της.
Το Δεύτερο Πάτημα:
Ενώ ολοκληρωθεί η κατά βούληση εξερεύνηση στο Εθνικό Πάρκο καταφτάνει κανείς στο Ζάππειο όπου είναι η έξοδος του πάρκου, όπως το γνωρίζουμε μέχρι τώρα. Η ιδέα για συνέχιση αυτού του περιπάτου με πρωταγωνιστή το ζωτικό πράσινο της φύσης , προτείνεται να αποκτήσει συνέχεια. Από την περιοχή της εξόδου ένας εναέριος ποδηλατοδρόμος- πεζόδρομος δίνει ώθηση στον αστό να μεταβεί στο θεματικό πάρκο πρασίνου όπου φιλοξενείται πλήθος ειδικών δραστηριοτήτων.
Το συγκεκριμένο πλαίσιο δραστηριοτήτων δοκιμάζεται σε ένα πιο τολμηρό επίπεδο δράσης. Πρόκειται για μια εναέρια ράμπα η οποία παιχνιδίζει πάνω από τους οικοδομικούς όγκους και ξανοίγεται σε διχάλες που οδηγούν στους ακάλυπτους χώρους μεταξύ των πολυκατοικιών. Είναι μια διαδικασία επίβλεψης της τοπογραφικής θέσης του δέκτη-αστού σε σύγκριση με το πράσινο που υψώνεται από χαμηλά μέχρι τόσο ψηλά και από εδώ μέχρι απέναντι στον άλλο πράσινο πόλο-σημείο προορισμού, εκτονώνοντας έτσι την αίσθηση της κλίμακας και της επιθυμίας του να οικειοποιηθεί με την ιδέα του πρασίνου στην πόλη , ενώ ταυτόχρονα αποκτά προσωπικές δράσεις.
Οι δράσεις που μπορεί να βιώσει κανείς, προσφέρονται κατά προτεραιότητα και κυρίως εντοπίζονται ακολουθώντας τις διχάλες από τον ποδηλατοδρόμο που κατεβάζουν στους ακάλυπτους χώρους. Εκεί είναι η πηγή του πρασίνου, επιδερμικά και τόσο γνώριμα από το χώμα η φύση γεννάται και ο άνθρωπος την επιβλέπει ενώ δημιουργεί καταλύματα έτερων δραστηριοτήτων που συνειρμικά -και κάποιες φορές συμβολικά- θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι αφορούν σε θέματα γύρω από την φύση. Η αλληλουχία των θεμάτων που παρουσιάζονται στο συγκεκριμένο πάρκο βασίζεται στις αναγνωριστικές αισθήσεις και το πώς μπορούν αυτές να συγκινήσουν αιφνιδιαστικά.
Το πρώτο κατέβασμα είναι ο ακάλυπτος με τις οπτικές φυγές και τους οπτικούς μαγνήτες. Προκειμένου να κυκλοφορήσει ο περπατητής, να περιηγηθεί τον χώρο ακολουθώντας τις ράμπες, χωρίς να ενοχλήσει με το αδιάκριτο βλέμμα του τους κατοίκους των οικοδομημάτων. Έχουν τοποθετηθεί κατακόρυφοι, ημιδιαφανείς όγκοι γεμισμένοι με χώμα, δημιουργώντας κατακόρυφες οπτικές φυγές προς το τέλος τους ψηλά -από όπου απόλυτα ελεγχόμενα- καρποφορούν δέντρα. Είναι ίσως το πιο έντονο σημείο μετάβασης από το πάρκο με την σφύζουσα εμφάνιση του πρασίνου στα όρια που κλείνουν τα κάγκελά του και στο θεματικό πάρκο, στα ήδη δεδομένα όρια που δημιουργεί ένας ακάλυπτος, να ξεδιπλώνεται η φύση οριακά μέσα από την λογική του τετραγώνου και προσπαθεί να κρύψει «με πλαίσια το πλαίσιο». Ίσως δημιουργείται σε ένα βαθμό το συναίσθημα της αμηχανίας, παρόλα αυτά όμως σε βάλλει να εκτεθείς σε μια κατάσταση εγκλεισμού και παράλληλα ευθύνης για το πόσο κατευθυνόμενα εμφανίζονται να λειτουργούν ακόμα και τα πιο ατίθασα κομμάτια της φύσης πλέον. Ως ένεση στο χώμα με πολλή από επιστημονική γνώση δημιουργείται ο απόλυτος έλεγχος για κάτι τεχνητό. Στον ίδιο χώρο περιήγησης έχουν τοποθετηθεί αγάλματα τα οποία λειτουργούν ως οπτικοί μαγνήτες και συνάμα σημαντική προσθήκη πολιτισμού. Μια γενική μετάβαση, λοιπόν, από το σχεδόν ελεύθερο στο απόλυτα εσκεμμένο. Pivot αποπροσανατολισμός και αλλαγή ακάλυπτου.Στο δεύτερο κατέβασμα είναι ο ακάλυπτος της πληροφόρησης και το πιο ψηλό σημείο εποπτείας του κέντρου της Αθήνας.
Η διχάλα που σε κατεβάζει στο δώμα του κτιρίου, συναντά ένα σπειροειδές παρατηρητήριο περίπου 100 ατόμων, μέσω του οποίου μπορείς να ανέβεις στο πιο ψηλό σημείο του πάρκου, βλέποντας προς την Ακρόπολη. Το δώμα λειτουργεί ως μουσείο και παρουσιάζονται θέματα που σχετίζονται με την φύση σε ψηφιακή μορφή. Ο χώρος προσφέρεται για Installations και performances, ενώ προβολές σε μεγάλα πανέλα και οθόνες αντανάκλασης διευκολύνουν την παρακολούθηση των διάφορων projects από όλα τα σημεία του χώρου. Είναι μια διαδικασία που το φυσικό μπλέκεται με το εικονικό ανά πάσα στιγμή και δημιουργεί εντυπώσεις. Από το δώμα παρέχεται πρόσβαση στο καφέ του πάρκου, όπου από εκεί απροκάλυπτα δέχεται κανείς όλα τα ερεθίσματα του τοπίου αλλά και των καλλιτεχνικών εκδηλώσεων όπου λαμβάνουν χώρα στους ακάλυπτους και στο δώμα.
Κατά τη μετάβαση στο εσωτερικό του τρίτου οικοδομικού block είτε από τον ποδηλατοδρόμο, είτε από την εναέρια κυματιστή ράμπα, ένα επίπεδο χαμηλότερα, συναντά κανείς το κατέβασμα για της σωματικής κόπωσης και ψυχικής ανάτασης.
Στο συγκεκριμένο ακάλυπτο χώρο που περιβάλλουν οι πολυκατοικίες δημιουργείται ένα περίπλοκο σύστημα αθλοπαιδιών. Από τα μπαλκόνια που βλέπουν εσωτερικά προς τον ακάλυπτο, ξεδιπλώνεται ένας ξύλινος μηχανισμός από άκρη εις άκρη, μέχρι τα αντικριστά μπαλκόνια, από όπου αναρριχητές- «σύγχρονοι Ταρζάν» δημιουργούν με την δράση τους μια τελείως εξωτική εικόνα. Τα όρια του ανθρώπινου σώματος ακουμπώντας τις λαβές της φύσης και η άμεση συνειδητοποίηση της ανθρώπινης κλίμακας δίπλα στην ολοένα μεταβαλλόμενη των κορμών των δένδρων. Είναι το πιο δραστήριο κομμάτι του θεματικού πάρκου, ενώ μπορεί να λειτουργεί και τις βραδινές ώρες καθότι ένα club-«μουσικό κέλυφος» ξεδιπλώνει την μορφή του στο κέντρο του ακάλυπτου χώρου.
Στο τέταρτο και τελευταίο κατέβασμα συναντά κανείς τον χώρο του αμφιθεάτρου. Είναι μια απόπειρα οικειοποίησης του μέσα με το έξω, της μονάδας με το σύνολο, ταύτισης του πίσω με το μπρος, του κάτοικου με τον επισκέπτη.
Είναι το αιχμηρό διαλλακτικό σημείο ανάμεσα στο δεδομένο και το μεταβλητό, δηλαδή η ανταλλαγή απόψεων των κατοίκων από τα μπαλκόνια και των περιηγητών του πάρκου από τις θέσεις του αμφιθεάτρου. Πλέον ο κάτοικος δεν γυρνάει πλάτη στο εσωτερικό και στο περίπλοκο σύστημα του πράσινου πάρκου, παρά επιδιώκει το συμπόσιο και την συνδιαλλαγή με τους έτερούς του στον κοινό περιβάλλοντα χώρο. Πιθανότατα μέσω αυτής της χωρικής διάταξης προκύπτει να είναι πρόεδρος οι κάτοικοι, κατηγορούμενοι οι αρχιτέκτονες, συνήγοροι οι επισκέπτες του πάρκου και θεία δίκη η φύση. Όλα αυτά έχουν τεθεί επί τάπητος και λαμβάνουν χώρα στο τελευταίο αυτό στάδιο του πάρκου. Έχοντας λοιπόν, κατακτήσει ο αστός την εμπειρία του πράσινου θεματικού πάρκου και των λειτουργιών του, μπορεί να εκφέρει άποψη για αυτήν την προτεινόμενη λύση όπου έχει διαμορφωθεί στους ακάλυπτους του πολεοδομικού ιστού και να την μοιράζεται δημοσίως με τον συνάνθρωπό του.
Διασκεδάζοντας...
Πεζοδρόμηση της οδού Πλουτάρχου και πράσινες όψεις. Η διαδρομή από το πάρκο της Ριζάρι ως το Λυκαβηττό. Τομή στην οδό Πλουτάρχου.
Βάνα Μαυρίδου, Ελένη Τάκου, Φλώρα Ρουμπάνη